Για το νέο ορυχείο της Κοζάνης
Ένα βήμα μπρος και δύο πίσω
Η απόρριψη της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων
Η απόρριψη της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων
του νέου ορυχείου της ΔΕΗ
Την προηγούμενη εβδομάδα συζητήθηκε στο Νομαρχιακό Συμβούλιο Κοζάνης (ΝΣ) και τελικώς απορρίφθηκε ομόφωνα η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ΜΠΕ της ΔΕΗ για την επέκταση του λιγνιτωρυχείου του Νοτιοδυτικού Πεδίου.
Η απόφαση αυτή, ορθή σαν τελική στάση, είναι
1ον) δηλωτική μιας πιο αυστηρής στάσης του Ν.Σ και των τοπικών φορέων σε σχέση με παλιότερες ΜΠΕ των άλλων ορυχείων, που έπεσαν στο «ντούκου», και
2ον) είναι επηρεασμένη σαφώς από το κλίμα των τοπικών καταλήψεων και των διεκδικήσεων για μια θέση στον «παράδεισο» της ΔΕΗ, με αντιπαροχή και όπλο διαπραγμάτευσης το περιβάλλον (σσ. Οι αλυσιδωτές εκρήξεις των τοπικών κοινωνιών για την υποβάθμιση της υγείας και του περιβάλλοντος, σωστές αλλά αργοπορημένες, έχουν τελικά ως πρώτο στόχο την πίεση της ΔΕΗ για περισσότερες προσλήψεις και ως δεύτερο το περιβάλλον).
Αξίζει όμως να σταθεί κανείς στην επιχειρηματολογία του Νομαρχιακού Συμβουλίου και των περισσότερων τοπικών φορέων, η οποία έχει τα συν και τα πλην της. Στα θετικά συγκαταλέγεται η αναψηλάφηση των ξεχασμένων περιβαλλοντικών αιτημάτων, η επίκληση των επιπτώσεων στην υγεία και την ασφάλεια των κατοίκων, η ανάγκη καλύτερης αποκατάστασης και η απαίτηση για συμπληρωματικές τεχνικές μελέτες. Στα αρνητικά καταλογίζεται η αποδοχή και υποταγή στο παραδοσιακό μοντέλο ενεργειακής πολιτικής, που βασίζεται στις λιγνιτικές μονάδες και στη μεγιστοποίηση της παραγωγής των ορυχείων, αναπαράγοντας τη γνωστή, παλιομοδίτικη και αλληλοσυγκρουόμενη αντίληψη, που θέλει «και την πίτα ακέρια και το σκύλο χορτάτο». Πιο συγκεκριμένα :
1. Η εισήγηση του νομάρχη εναντιώνεται μεν ορθά στη ΜΠΕ, γιατί η ΔΕΗ εξετάζει μεμονωμένα τις επιπτώσεις του Νοτιοδυτικού Ορυχείου κι όχι «σωρευτικά» μαζί με το γειτονικό Ορυχείο Μαυροπηγής. Πλην όμως η νομαρχιακή εισήγηση δεν υιοθετεί μια ανάλογη αντίδραση απέναντι στις σωρευτικές επιπτώσεις από την εγκατάσταση νέων μονάδων της ΔΕΗ. Οι επεκτάσεις των ορυχείων είναι τόσο πιο ανεξέλεγκτες και εξοντωτικές, όσο εγκαθίστανται συνεχώς καινούριες μονάδες. Δεν μπορεί συνεπώς από τη μια να προσκυνούμε τη ΔΕΗ εκλιπαρώντας την εγκατάσταση δύο νέων μονάδων (βλ ψήφισμα Νομ. Συμβουλίου 15/11/2004) και από την άλλη να διαμαρτυρόμαστε για τις επιπτώσεις της εξόρυξης. Το ένα είναι αλληλένδετο με το άλλο, μιας και οι νέες μονάδες θέλουν κι άλλο κάρβουνο, κι άλλα ορυχεία.
2. Η ίδια η νομοθεσία των ΜΠΕ επιβάλει την εξέταση εναλλακτικών λύσεων και τεχνολογιών. Από την κριτική του Νομ. Συμβουλίου απουσιάζουν τέτοιες λύσεις, που να προτείνουν την προγραμματισμένη μείωση της λιγνιτοπαραγωγής και την υποκατάσταση από τις Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Όταν σε όλο τον πλανήτη οι ΑΠΕ έχουν κατακόρυφη άνοδο, εδώ, τοπικά, φοβόμαστε να απομυθοποιήσουμε το λιγνίτη. Στην προσπάθεια του μάλιστα ο νομάρχης να αναζητήσει πρόσθετα επιχειρήματα για το αυτονόητο αίτημα της μετεγκατάστασης της Μαυροπηγής και (μελλοντικά) της Ποντοκώμης, ουσιαστικά εισηγείται τη μεγιστοποίηση της λιγνιτοπαραγωγής και την παραπέρα επέκταση των ορυχείων στο υπέδαφος των οικισμών, μια μεγιστοποίηση η οποία θα δημιουργήσει ακόμα περισσότερα προβλήματα στους νότιους οικισμούς (Μαυροδέντρι, κλπ). Τελικά που βαδίζουμε ; θα σηκώσουμε στο τέλος όλα τα χωριά για να μην αφήσουμε ούτε κιλό κάρβουνο ανεκμετάλλευτο ; Δεν πρέπει κάποτε να πούμε ένα ΟΧΙ σε μια οικονομίστικη θεώρηση των πραγμάτων που μετρά μόνο το οικονομικό συμφέρον των Μετόχων της ΔΕΗ και παραβλέπει τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις, δημιουργώντας συνεχώς νέα κύματα «περιβαλλοντικών προσφύγων» ;
3. Οι τοπικοί άρχοντες εξακολουθούν να θεωρούν το λιγνίτη φθηνό καύσιμο, προσυπογράφοντας την πολιτική της ΔΕΗ, η οποία α) δεν υπολογίζει το λεγόμενο «εξωτερικό κόστος» του λιγνίτη από την καταστροφή των υδροφορέων, των παραγωγικών εδαφών κλπ, β) επιδιώκει την απαλλαγή της από το φόρο στερεών καυσίμων (και μέχρι στιγμής το έχει επιτύχει) και γ) επιτυγχάνει την ευνοϊκή μεταχείριση της στο θέμα των εκπομπών του CO2, κύριου θερμοκηπιακού αερίου. (Ούτε ο Έλληνας Επίτροπος περιβάλλοντος κ. Δήμας δεν άντεξε το Εθνικό Σχέδιο Κατανομής Ρύπων, που ευνοεί τη ΔΕΗ και μας το γύρισε πίσω). Είναι δηλαδή σαφής η ευθυγράμμιση των τοπικών φορέων με το λιγνιτικό λόμπυ της ΔΕΗ, και με τις αλχημείες της στο θέμα της πλασματικής κοστολόγησης του λιγνίτη, γεγονός που έχει οδηγήσει τη χώρα μας και πάλι στο εδώλιο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Αυτή τελικώς η λογική, η οποία από τη μια απαιτεί –δικαίως- την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και από την άλλη αποδέχεται τη συνέχιση μιας ενεργειακής πολιτικής, που έφτασε προ πολλού στα όρια της, μας οδηγεί τελικώς σε αδιέξοδο και σε νέες ‘χρυσωμένες’ αντιπαροχές. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι αν η ΔΕΗ μας τάξει σήμερα 2 νέες λιγνιτικές μονάδες «φιλικές στο περιβάλλον» και ένα νέο ορυχείο «του κουτιού» να τις τροφοδοτεί, υποσχόμενη 500 καινούριες θέσεις εργασίας, τότε θα πούμε και πάλι… «περάστε κυρία ΔΕΗ» ή -πιο κομψά- «κάντε τις μονάδες, αρκεί να μη ρυπαίνουν».
Έτσι θα εκτονώσουμε μεν προσωρινά το οξύ πρόβλημα της ανεργίας και θα απορροφήσουμε τις πιέσεις για πρόσθετες προσλήψεις και για τακτοποίηση της κομματικής πελατείας ενός εκάστου, αλλά μετά από μερικά χρόνια θα ξαναμετράμε πανικόβλητοι τους καρκίνους και τους αρνητικούς περιβαλλοντικούς και ενεργειακούς μας δείκτες.
(Οι καρκίνοι, τα εγκεφαλικά και τα καρδιακά που από 20% το 1950 έχουν εκτοξευτεί σήμερα στο 65 % (βλ. τελευταία μελέτη του καθηγητή Π. Μακρή) δεν εξαργυρώνονται με μερικές νέες θέσεις εργασίας και φέρετρα …καπιτονέ !)
Νομίζουμε ότι σαν τοπική κοινωνία, που νοιώθουμε στο πετσί μας τις κάθε είδους συνέπειες της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής, έχουμε έναν επιπλέον λόγο να εναντιωθούμε σ ένα ενεργειακό μοντέλο που έχει φέρει τη χώρα μας τελευταία στην Ευρώπη σε μια σειρά από κρίσιμους δείκτες : Ξοδεύουμε περισσότερη ενέργεια από κάθε άλλη χώρα για κάθε ευρώ της οικονομίας μας, εκλύουμε τα πιο πολλά αέρια του θερμοκηπίου ανά κιλοβατώρα ηλεκτρισμού, ενώ η κατανάλωση ενέργειας συνεχίζει να αυξάνει γρηγορότερα από ό,τι το Ακαθάριστο Εθνικό μας Προϊόν (ΑΕΠ).
Το Νομαρχιακό Συμβούλιο και οι τοπικοί φορείς έκαναν ένα βήμα μπρος και απέρριψαν τη ΜΠΕ του Νοτιοδυτικού Ορυχείου, αλλά θα κάνουν δύο βήματα πίσω αν δεν
· απορρίψουν καθαρά και αποφασιστικά την εγκατάσταση νέων λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, αναθεωρώντας κάτω από τα νέα δεδομένα την παλιότερη απόφαση τους (2004).
· πιέσουν για προγράμματα εξοικονόμησης και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, υπενθυμίζοντας ότι ως χώρα έχουμε υποχρέωση έναντι της Ευρώπης να εγκαταστήσουμε μέχρι το 2012 τουλάχιστον 1500 MW αιολικών πάρκων, τα οποία καλύπτουν την ισχύ που θα μας έδιναν 5 λιγνιτικές ρυπογόνες μονάδες της ΔΕΗ
· απαιτήσουν τη θεσμοθέτηση ειδικού πόρου για κάθε λιγνιτική μονάδα που θα σβήνει λόγω παλαίωσης, με το επιχείρημα ότι για την πολύχρονη λειτουργία της αναλώθηκαν ή ρυπάνθηκαν 4 βασικοί φυσικοί πόροι, το κάρβουνο, τα νερά, το έδαφος και ο αέρας.
Μόνο έτσι θα μπορέσει ο νομός να εξασφαλίσει τους πρόσθετους πόρους για μια πολυδιάστατη και ήπια ανάπτυξη στον αντίποδα της λιγνιτικής μονοκρατορίας. Μια ανάπτυξη με βάση της αρχές της αειφορίας, την ορθολογική αξιοποίηση των φυσικών πόρων, την πράσινη ενέργεια και τις καθαρές τεχνολογίες. Απαιτώντας μάλιστα τη θεσμοθέτηση ειδικών κινήτρων για την εγκατάσταση βιοτεχνιών παραγωγής εξοπλισμού ΑΠΕ (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταικά, κλπ) θα καταφέρουμε να διατηρήσουμε τον τίτλο του «ενεργειακού νομού», αλλά με προσανατολισμό πλέον την καθαρή ενέργεια.
26-2-2007
Οικολογική Κίνηση Κοζάνης
Υ.Γ Δυστυχώς δεν είχαμε την ευκαιρία να εκθέσουμε τις απόψεις μας στο Νομαρχιακό Συμβούλιο, γιατί δεν προσκληθήκαμε (ελπίζουμε εξ αμελείας)