Sunday, June 24, 2007

Από το νέο ΙΝΚΑ


«Παρατηρήσεις και προτάσεις
στο Σχέδιο του Νέου Νόμου για
την προστασία του Καταναλωτή».

Μεμφόμεθα εντονότατα τον κ. υπουργό και τους φορείς του υπουργείου «ανάπτυξης» για την απαράδεκτη συμπεριφορά τους, να μην παραδώσουν εγκαίρως αλλά και καθόλου το εισαγόμενο προς επεξεργασία και ψήφιση κείμενο του νόμου στις ενώσεις καταναλωτών για παρατηρήσεις και διαβούλευση (εκτός αν το παρέδωσαν μόνο σε «ημετέρους»).
Η στόχευση και οι σκοποί του υπουργείου με την υποβληθείσα πρόταση νόμου είναι διττή και σαφής:
Α) Να θέσει σειρά όρων, πολλές φορές αλληλοαναιρούμενων, για σειρά ειδών δικαιοπραξίας, τους οποίους δεν μπορεί να εννοήσει και ερμηνεύσει ο μέσος καταναλωτής, ευρισκόμενος αντιμέτωπος με πλειάδα διατάξεων που αφορούν τον αυτό ευρύτερο τύπο δικαιοπραξιών αλλά και επιμέρους δικαιοπραξίες. Η πρόταση νόμου δημιουργεί σαφή σύγχυση για το ποια διάταξη ισχύει, όχι μόνο στο μέσο καταναλωτή αλλά και στον ειδικο νομικό. Αποτέλεσμα της πολυσχιδίας και του τρόπου διατύπωσης των επιμέρους διατάξεων και κανόνων είναι η πλήρης σύγχυση και η δυνατότητα επίκλησης από τον εκάστοτε προμηθευτή αρχών και κανόνων που προκύπτουν από άλλες διατάξεις.
Β) Να θέσει υπό τον πλήρη ουσιαστικό και τυπικό έλεγχο του εκάστοτε υπουργού και των «προμηθευτών» τις ενώσεις καταναλωτών, οι οποίες πλέον μετατρέπονται σε πλήρη υποχείρια και υποκεινούμενα της κρατικής εξουσίας και παύουν να αποτελούν ανεξάρτητες και αδέσμευτες φωνές των πολιτών – καταναλωτών. Η προσπάθεια αυτή είναι εξόχως αντισυνταγματική, προσβάλλει κάθε έννοια ελεύθερης διατύπωσης της γνώμης των πολιτών και σύστασης και λειτουργίας σωματείων και ενώσεων προσώπων, δηλώνουμε δε δημοσίως την πρόθεσή μας να μηνύσουμε τους συντάκτες του νομοσχεδίου, ως και να προσφύγουμε σε κάθε αρμόδιο ημεδαπό και διεθνές όργανο και θεσμό για την ακύρωση των απαράδεκτων επιλογών και επιδιώξεων του υπουργείου.

Το καταναλωτικό κίνημα και κατά προέκταση οι ενώσεις καταναλωτών είναι φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Το Υπουργείο Ανάπτυξης είναι υπουργείο της αγοράς και ως τέτοιο έχει τη δομή, τη λειτουργία και τη φιλοσοφία του. Οι ενώσεις καταναλωτών δεν πρέπει να βρίσκονται υπό την εποπτεία οποιουδήποτε φορέα πολιτικών αποφάσεων και βέβαια και της αγοράς. Τα συλλογικά όργανα των καταναλωτών επιβάλλεται και πρέπει να είναι απέναντι σε οποιονδήποτε και οτιδήποτε αντιστρατεύεται την προστασία των καταναλωτών.

Το σφάλμα που έγινε με το Νόμο 2251 / 94 όπου οι ενώσεις καταναλωτών υπάγονται στο Υπουργείο Ανάπτυξης δεν θα πρέπει να εξακολουθήσει να γίνεται με το νέο σχέδιο νόμου. Το ερώτημα που τίθεται είναι, όπως η ΠΑΣΕΓΕΣ δεν υπάγεται στο Υπουργείο Γεωργίας, η ΓΕΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ δεν υπάγονται στο Υπουργείο Εργασίας, με ποια λογική οι Ενώσεις καταναλωτών θα υπάγονται στο Υπουργείο Ανάπτυξης.
Είμαστε υπέρ των κανόνων λειτουργίας των ενώσεων καταναλωτών αλλά αυτοί θα πρέπει να έχουν την κατεύθυνση ενός Αδέσμευτου, Αυτοδύναμου, Αυτοδιοικούμενου και Ανεξάρτητου Καταναλωτικού Κινήματος και όχι του «υποτακτικού» του εκάστοτε υπουργού και των φορέων των βιομηχάνων και των εμπόρων.

Τα άρθρα 13 έως 17, υποτάσσουν τα ιδεολογικά πιστεύω του καταναλωτικού κινήματος ώστε να είναι υποχείριο και ανάπηρο, ώστε να χρησιμοποιείται με πολιτικές σκοπιμότητες. Χωρίς την ενδυνάμωση της ανεξαρτησίας των ενώσεων καταναλωτών, το καταναλωτικό κίνημα δεν θα μπορέσει να διαχειριστεί και να προστατέψει τα δικαιώματα των καταναλωτών.

Το Νέο ΙΝΚΑ σας παραθέτει κατωτέρω τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις του, ανά άρθρο της προτάσεως με την επιφύλαξη περαιτέρω παρατηρήσεων:

Άρθρο 2 (αντικατάσταση § 3 άρθρου 2 Ν.2251/1994)
Οι όροι που συμφωνήθηκαν μετά από ατομική διαπραγμάτευση υπερισχύουν των αντίστοιχων γενικών όρων … . Χρήζει προσθήκης : «…μόνο εάν είναι ευμενέστεροι για τους καταναλωτές.» Τούτο διότι ο προμηθευτής μπορεί να ισχυριστεί, παραπλανήσει τον καταναλωτή και «αποδείξει» δι εγγράφου γενικών όρων, δήθεν ατομική διαπραγμάτευση όρου.

Άρθρο 2 (αντικατάσταση § 4 άρθρου 2 Ν.2251/1994)
Να απαλειφθεί !!!. Οι όροι πρέπει να ελέγχονται γενικώς με βάση τις διατάξεις και τις αρχές του νόμου και όχι με περιοριστικές ερμηνείες.
Άρθρο 3 (αντικατάσταση 1ου εδαφίου § 6 άρθρου 2 Ν.2251/1994)
Προκλητική και σημαντική προσθήκη υπέρ των προμηθευτών. Αντί της διατάραξης της ισορροπίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε βάρος του καταναλωτή προστέθηκε ο όρος «Σημαντική» διατάραξη. Τούτο αποτελεί απαράδεκτη τροποποίηση και βάναυσο περιορισμό των δικαιωμάτων των καταναλωτών, η οποία επηρεάζει την εφαρμογή του συνόλου του νόμου.

Άρθρο 4 (αντικατάσταση § 1 άρθρου 4 Ν.2251/1994)
Ο τιθέμενος όρος «αποκλειστικής» χρήσης από τον προμηθευτή μέσων τεχνικής επικοινωνίας για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, αποτελεί μία ακόμα απαράδεκτη δικλείδα ασφαλείας για τους προμηθευτές, προκειμένου να μην ισχύουν οι διατάξεις του νόμου για αυτούς. Ο όρος αποκλειστικής χρήσης μέσων τεχνικής επικοινωνίας πρέπει να απαλειφθεί, αρκεί η σύμβαση να συνάφθηκε με τεχνικά μέσα επικοινωνίας.

Άρθρο 4 (προσθήκη στο τέλος περ. β’ § 9 άρθρου 4 Ν.2251/1994)
«όπου ο καταναλωτής μπορεί να απευθύνεται ΚΑΙ για την επισκευή του προϊόντος».
Χωρίς το «και» εμπαίζουμε τον καταναλωτή και απενεργοποιούμε μία διάταξη που μπορεί να παράσχει ουσιαστική προστασία.
Άρθρο 4 (αντικατάσταση § 10 άρθρου 4 Ν.2251/1994)
«… Σε περίπτωση άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης … ο προμηθευτής υποχρεούται να επιστρέψει τα ποσά που του κατέβαλλε ο καταναλωτής εντός τριάντα (30) … ημερών» . Το διάστημα να γίνει δεκαπέντε ημέρες (15) και να προστεθεί : «έντοκα και χωρίς την χρέωση κανενός απολύτως εξόδου»
Ο λόγος είναι ευνόητος και δεν πρέπει σε κανένα να δίδεται η δυνατότητα να έχει στην κατοχή και διάθεσή του χρήματα των πολιτών – καταναλωτών. Ο Αστικός κώδικας είναι σαφέστερος και ευμενέστερος από τις υποτιθέμενες «ειδικές προστατευτικές» για τον καταναλωτή διατάξεις.
Άρθρο 5 (αντικατάσταση περ. α’ § 1 άρθρου 4α Ν.2251/1994)
Ο τιθέμενος όρος «αποκλειστικής» χρήσης από τον προμηθευτή μέσων τεχνικής επικοινωνίας για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου, αποτελεί μία ακόμα απαράδεκτη δικλείδα ασφαλείας για τους προμηθευτές, προκειμένου να μην ισχύουν οι διατάξεις του νόμου για αυτούς. Ο όρος αποκλειστικής χρήσης μέσων τεχνικής επικοινωνίας πρέπει να απαλειφθεί, αρκεί η σύμβαση να συνάφθηκε με τεχνικά μέσα επικοινωνίας.
Άρθρο 7 (αντικατάσταση § 6 άρθρου 6 Ν.2251/1994)
Απαράδεκτη υπό οιανδήποτε έννοια και αντισυνταγματική είναι η θέσπιση του ορίου των 500 Ευρώ !!! για την άσκηση των δικαιωμάτων της διάταξης !!!. Πρέπει οπωσδήποτε να απαλειφθεί …
Άρθρο 7 (αντικατάσταση περίπτωσης δ’ § 8 άρθρου 6 Ν.2251/1994)
Η απαλοιφή της δημόσιας αρχής ως θεσπίζουσας τους κανόνες αναγκαστικού δικαίου κατασκευής των προϊόντων είναι απαράδεκτη και σχετικοποιεί ευρύτατα την παρεχόμενη προστασία. Να εξακολουθεί να ισχύει η προγενέστερη διάταξη.
Αρθρο 13 (αντικαθίσταται ολόκληρο το άρθρο 10 Ν. 2251/1994)
Πρόκειται για το άρθρο με το οποίο επιχειρείται να τεθεί ταφόπλακα στις ελεύθερες κι αδέσμευτες ενώσεις πολιτών – καταναλωτών, ώστε να αντικατασταθούν από φερέφωνα και εξαρτώμενα της εκάστοτε εξουσίας και των επαγγελματικών ενώσεων βιομηχάνων, τραπεζών κλπ. … που ορίζουν τα μέλη της επιτροπής του υπουργείου !!!. Το άρθρο πρέπει να αποσυρθεί άλλως να καταψηφιστεί συνολικά.
Άρθρο 13 παρ. 2
Θεωρούμε ότι για τη συγκρότηση ενώσεως καταναλωτών σε δεύτερο βαθμό πρέπει να απαιτηθεί η συμμετοχή τουλάχιστον (10) ενώσεων καταναλωτών του πρώτου και όχι μόνο πέντε (5). Η διάταξη αυτή προβλέποντας δευτεροβάθμιο όργανο με τη συμμετοχή πέντε μόνο ενώσεων καταναλωτών του πρώτου βαθμού, είναι τελείως απαράδεκτη διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος της πολυδιάσπασης και υποκρύπτεται σκοπιμότητα. Ούτως ή άλλως τα δευτεροβάθμια όργανα δεν πρέπει σε καμμία περίπτωση να υποκαθιστούν τις πρωτοβάθμιες ενώσεις που αποτελούν τα ζωντανά κύτταρα και χώρο άμεσης έκφρασης των καταναλωτών.
Άρθρο 13 παρ.3
Θεωρούμε ότι οι Ενώσεις Καταναλωτών πρέπει να έχουν πλήρη νομική προσωπικότητα σωματείου ώστε να μην εξαρτώνται από κανέναν εκτός από τα μέλη τους. Κατά συνέπεια θα πρέπει να ιδρύονται και λειτουργούν με τις προϋποθέσεις και τους όρους κάθε σωματείου.
Άρθρο 13 παρ. 6
Α. Σημαντικό πόρο των ενώσεων καταναλωτών αποτελεί η συμμετοχή σε προγράμματα της Ε.Ε. και άλλων κρατικών και διεθνών οργανισμών. Θα πρέπει να προστεθεί επεξήγηση ότι αυτές αποτελούν επιτρεπτές μορφές πόρων .
Β. Στην παράγραφο 7 πρέπει να οριστούν τα κριτήρια και ενδεχομένως το ύψος των επιχορηγήσεων τόσο από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης όσο και της κρατικής.
Προτείνουμε να συμπληρωθεί ως εξής:
δ) Κρατική επιχορήγηση για τις πιστοποιημένες Ενώσεις Καταναλωτών με τα εξής κριτήρια
Ø Με βάση τον αριθμό των Μελών των Ε.Κ.
· ελάχιστη επιχορήγηση € …. γι’ αυτές που έχουν άνω των 300 ενεργών μελών
· ελάχιστη επιχορήγηση € …. γι’ αυτές που έχουν άνω των 500 ενεργών μελών
· ελάχιστη επιχορήγηση € …. γι’ αυτές που έχουν άνω των 1.000 ενεργών μελών
· ελάχιστη επιχορήγηση € …. γι’ αυτές που έχουν άνω των 5.000 ενεργών μελών
· ελάχιστη επιχορήγηση € …. γι’ αυτές που έχουν άνω των 10.000 ενεργών μελών
Ø Με βάση τη δράση των Ε.Κ.
· επιχορήγηση σύμφωνα με τον αριθμό των συνεδρίων και εκδηλώσεων με θέματα που αφορούν τους πολίτες – καταναλωτές
· επιχορήγηση σύμφωνα με τα εκπαιδευτικά σεμινάρια που γίνονται με θέματα που αφορούν μαθητές, εργαζόμενους και γενικά πολίτες – καταναλωτές.
Ø Με βάση το εκδοτικό έργο των Ε.Κ.
Επιχορήγηση σύμφωνα με τις εκδόσεις βιβλίων, περιοδικών που αφορούν τους πολίτες.
Ø Με βάση τη γεωγραφική θέση των Ε.Κ.
Τα ανωτέρω αποτελούν σαφή και δίκαια κριτήρια, τα οποία πρέπει να προσδιορίζονται ως κατευθύνσεις ευθέως εκ του νόμου.
Επίσης πρόταση της Ένωσης Καταναλωτών ΝΕΟ ΙΝΚΑ είναι να διατυπωθεί διάταξη ως εξής:
Οι επιχορηγήσεις των ενώσεων καταναλωτών γίνονται με τα κριτήρια της παρ.6 εδάφιο δ., τα οποία αποτελούν τα μόνιμα κριτήρια επιχορήγησης των Ε.Κ.
Κάθε έτος και μέχρι την 15η Ιανουαρίου υποβάλλονται από τις Ε.Κ. προς την Διεύθυνση Πολιτικής Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης.
· Οικονομικός προϋπολογισμός δαπανών και δράσης του τρέχοντος έτους
· Οικονομικός απολογισμός δαπανών δράσης του προηγούμενου έτους.
Σημείωση : Η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή με πολιτικό πρόσωπο δεν μπορεί να διαχειρίζεται τις επιχορηγήσεις των Ε.Κ. με δικά της κριτήρια. Άλλωστε υπάρχει δέσμευση στη συζήτηση της Βουλής, στην επίκαιρη ερώτηση 1011 / 21 – 09 – 2006 του κ. Υφυπουργού Ανάπτυξης, κ. Παπαθανασίου για συγκεκριμένα κριτήρια χρηματοδότησης των ενώσεων καταναλωτών.

Γ. Απαράδεκτη, ανομιμοποίητη και αδικαιολόγητη επίσης παρέμβαση στα εσωτερικά των ενώσεων καταναλωτών αποτελεί επίσης η γνωστοποίηση στα κρατικά όργανα (Γ.Γ.Καταναλωτή) επιχορηγήσεων από άλλους φορείς. Εάν θέλει το υπουργείο θα πρέπει απλώς να δύναται να λάβει γνώση των εγγραφών στα οικεία βιβλία κατόπιν αιτήματός της προς την ένωση καταναλωτών και εφόσον υφίσταται άρνηση εκ μέρους της ενώσεως κατόπιν αδείας Δικαστηρίου ή του Εισαγγελέα Πρωτοδικών.

Δ. Αδιευκρίνιστη και εν τέλει προβληματική είναι και η διάταξη της παρ. 11 . Εάν δηλαδή η ένωση καταναλωτών θέλει να πραγματοποιήσει μία μελέτη για την χημική σύσταση προϊόντος, δεν μπορεί να την αναθέσει επ’ αμοιβή στον Χ διότι αυτός είναι μέλος της διοίκησής της;
Θα πρέπει η διάταξη να επεξηγηθεί και εάν εννοεί τούτο να καταψηφιστεί ως αντισυνταγματική.

Ε. Διάταξη σκανδαλωδώς και προκλητικά αντισυνταγματική είναι αυτή της παρ. 12. Εφεξής οι ενώσεις των βιομηχάνων, των τραπεζιτών, των ασφαλιστικών εταιρειών κλπ. … θα πιστοποιούν τις ενώσεις καταναλωτών … και φυσικά θα ελέγχουν με τον τρόπο αυτό το καταναλωτικό κίνημα. Πρόκειται για διάταξη ντροπή στα πολιτικά και πολιτειακά πράγματα της χώρας, που προσβάλλει το σύνολο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών – καταναλωτών. Κατ΄ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας θα πρέπει και οι ενώσεις καταναλωτών να πιστοποιούν τον Σ.Ε.Β. και τα μέλη του, τις Τράπεζες κλπ. ... . Οι ενώσεις καταναλωτών είναι σωματεία και ενώσεις προσώπων – πολιτών, είναι αυτόνομες και δεν έχουν ανάγκη «πιστοποίησης» από κανένα, πόσο μάλλον από τις κυβερνήσεις και τους πανίσχυρους «προμηθευτές». Καλούμε τον υγιή πολιτικό κόσμο από κάθε κόμμα να αντισταθεί σε εκτροπές όπως η πιο πάνω αντιλαμβανόμενος τις συνέπειες και τον σκοπό της πρότασης αυτής.
Εάν υφίσταται ανάγκη πιστοποίησης, η πρόταση του Νέου ΙΝΚΑ είναι η παράγραφος να διαμορφωθεί ως εξής:
Η πιστοποίηση των Ενώσεων Καταναλωτών όλων των βαθμίδων θα γίνεται από ορκωτούς Λογιστές – Ελεγκτές που διαθέτουν πείρα και προσόντα ελέγχου, σύμφωνα με συγκεκριμένους δημοσιευμένους κανόνες πιστοποίησης της πραγματικής λειτουργίας τους.
Η δαπάνη του ελέγχου πιστοποίησης θα καταβάλλεται από το Υπουργείο Ανάπτυξης.
Στ. Παρ. 14.
Οι απαντήσεις στο αίτημα παροχής πληροφοριών θα πρέπει να δίδονται εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Η απάντηση έχει νόημα ως προς τον χρόνο που αυτή δίδεται και στην διάταξη δεν υφίσταται χρονικός προσδιορισμός.
Ζ. παρ. 18
Η προθεσμία άσκησης συλλογικής αγωγής πρέπει να είναι (κατ΄ ελάχιστο) η ίδια με την προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του θιγόμενου πολίτη – καταναλωτή και όχι η σύντομη εξάμηνη αποσβεστική προθεσμία που θεσπίζεται. Με τον τρόπο αυτό θίγονται τα δικαιώματα του πολίτη – καταναλωτή και η λειτουργία του θεσμού της συλλογικής αγωγής, η οποία αφορά και προστατεύει το συμφέρον τόσο του παθόντα πολίτη - καταναλωτή, όσο και (κυρίως) το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον.
Η. παρ. 19
Το Νέο ΙΝΚΑ προτείνει το άρθρο αυτό να τροποποιηθεί ως εξής:
Η εκδίκαση των υποθέσεων μεταξύ καταναλωτών και επιχειρηματιών θα δύναται να λαμβάνει χώρα στο Δικαστήριο του τόπου όπου διαπράττεται η παράβαση εις βάρος των καταναλωτών (τοπική αρμοδιότητα Δικαστηρίου).
Σημείωση: Η διάταξη όπως είναι διατυπωμένη αποθαρρύνει τους καταναλωτές λόγω των οικονομικών επιβαρύνσεων από μετακινήσεις κ. λ. π.
Θ. παρ.22

Αδυνατούμε να αντιληφθούμε τη σκοπιμότητα της διάταξης αυτής σχετικά με τα επιδικαζόμενα ποσά της εκ της παρ. 18 του άρθρου 20 και συγκεκριμένα για ποιο λόγο θα πρέπει η Ένωση Καταναλωτών να λαμβάνει μόνο το 35% των επιδικαζομένων ποσών, όταν όλος ο δικαστικός αγώνας γίνεται από την Ένωση Καταναλωτών αλλά τελικά τα κέρδη τα καρπούται κατά κύριο λόγο το κράτος. Με αυτή τη λογική τότε θα πρέπει και όταν οι οργανισμοί ή οι υπηρεσίες ή άλλα διάφορα όργανα του κράτους επιβάλλουν πρόστιμα ή επιτυγχάνουν δικαστικώς την επιδίκαση χρηματικών ποσών με τη μορφή χρηματικών ποινών ή αποζημιώσεων σε υποθέσεις που αφορούν στους καταναλωτές, θα πρέπει να δίνεται το αντίστοιχο ποσό στις ενώσεις καταναλωτών , που ουσιαστικά και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτές εισηγούνται στα όργανα αυτά και τις υπηρεσίες την διενέργεια των σχετικών ελέγχων.
Το Νέο ΙΝΚΑ προτείνει το άρθρο αυτό να τροποποιηθεί ως εξής:
Το επιδικασθέν ποσό λόγω ηθικής βλάβης, μετά την αφαίρεση των δικαστικών δαπανών της Ε.Κ., διατίθενται ως εξής:
· Ποσοστό 50% για του σκοπούς λειτουργίας της Ε.Κ., για την εκπαίδευση και ενημέρωση των καταναλωτών με μέσα που θα επιλέξει η Ε.Κ.
· Ποσοστό 25% στην Ένωση Καταναλωτών δεύτερου βαθμού που ανήκει η ενάγουσα Ένωση Καταναλωτών.
· Ποσοστό 25% στις πρωτοβάθμιες Ενώσεις Καταναλωτών που ανήκουν στην ίδια δευτεροβάθμια Ένωση Καταναλωτών.
Δεν δικαιούται κανένα ποσό καμία Ένωση Καταναλωτών οιουδήποτε βαθμού που δεν θα κάνει παρέμβαση στη δίκη.
Σημείωση: Η γενική Γραμματεία Καταναλωτή δεν μπορεί να συμμετέχει στη διανομή οιοδήποτε ποσού διότι έχει πηγές χρηματοδότησης, αποστερώντας από τις Ε.Κ. ποσά που τους ανήκουν και χωρίς καμιά παρέμβαση στη δίκη.
Με τη λογική της Γ. Γ. Κ. θα πρέπει τα πρόστιμα που επιβάλλονται από οργανισμούς και υπηρεσίες που αφορούν καταναλωτές, να δίνεται κάποιο αντίστοιχο μέρος στις Ε. Κ. .
Ι. παρ. 23
Σημείωση επί της παραγράφου αυτής:
Η διάταξη αυτή δεν συνάδει με τη φύση των ενώσεων καταναλωτών ως ενώσεων προσώπων - σωματείων τα οποία έχουν μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα.
Η παράγραφος 19 θεσπίζει αυξημένη αδικοπρακτική ευθύνη των Ε.Κ. και των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων έναντι των γενικών διατάξεων. Δεν είναι δυνατόν οι απασχολούμενοι με τα κοινά για την προστασία του καταναλωτή χωρίς αμοιβή, να φέρουν αυξημένη αδικοπρακτική ευθύνη, αφού δεν προσδοκούν και κανένα οικονομικό συμφέρον από την ενέργειά τους αυτή.
Η ευθύνη τους πρέπει να θεμελιώνεται μόνο σε περιπτώσεις πρόθεσής τους να προκαλέσουν παράνομη βλάβη και όχι από τον αδόκιμο όρο «προφανώς» αβάσιμη που δημιουργεί αδικαιολόγητους κινδύνους για τις ενώσεις καταναλωτών.
ΙΑ. παρ.24
Η διάταξη της παρ. 20 που ορίζει ότι τη συλλογική αγωγή της παραγράφου 14 περ. β του παρόντος μπορούν να ασκούν εναντίον των προμηθευτών και τα εμπορικά και βιομηχανικά, βιοτεχνικά και επαγγελματικά επιμελητήρια πρέπει να απαλειφθεί.
Σημείωση επί της παραγράφου αυτής :
Η διάταξη αυτή αποτελεί «Δούρειο Ίππο» στα δικαιώματα και Νόμο των Ενώσεων Καταναλωτών. Έτσι υπόγεια διασπάται το καταναλωτικό κίνημα.
Πως είναι δυνατόν διαφορετικοί φορείς, φορείς της αγοράς και οι συνδικαλιστικές ενώσεις εργαζομένων με διαφορετικούς σκοπούς να αναμιγνύονται σε θέματα προστασίας καταναλωτών και μάλιστα πέραν από τα καθαρώς συντεχνιακά τους θέματα και με αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα.
· Τα εμπορικά, βιομηχανικά, βιοτεχνικά, επαγγελματικά επιμελητήρια βρίσκονται απέναντι στις διεκδικήσεις των συνδικαλιστικών ενώσεων των εργαζομένων. Ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τους εργαζόμενους.
· Άρα για να αποκτήσουν τα δικαιώματα της συλλογικής αγωγής ή οποιασδήποτε αγωγής υπέρ των καταναλωτών θα πρέπει να δημιουργήσουν στους κόλπους τους Ένωση Καταναλωτών.
· Το ερώτημα που τίθεται είναι, πόσο σας σοκάρει να ακούτε την Ένωση Καταναλωτών του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου ή Ένωση Καταναλωτών Γ.Ε.Σ.Ε.Ε. ή Ένωση Καταναλωτών ΠΑΣΕΓΕΣ.
ΙΒ. παρ. 26
Σημείωση επί της παραγράφου 26
Η παράγραφος αυτή όπως έχει διατυπωθεί με τις διαδικασίες που αναφέρει θέτει περιορισμούς και αποθαρρύνει να μην γίνονται έρευνες από τις Ενώσεις Καταναλωτών.
Διότι κανένα κατάστημα δεν παρέχει πληροφορίες και δεν διευκολύνει με το να διαθέτει στις Ενώσεις Καταναλωτών στοιχεία που αφορούν την εμπορική της πολιτική, ακόμη και κωδικούς αγαθών, χώρα προέλευσης, τιμή πώλησης κ.λ.π..
Εκτός και συμπληρωθεί η παράγραφος αυτή ως εξής:
Τα καταστήματα υποχρεούνται να παρέχουν γραπτώς πληροφορίες για τις έρευνες και να επιτρέπουν τιμοληψίες που θα πραγματοποιούν οι Ενώσεις Καταναλωτών.
ΙΓ. παρ. 27-29
Κορυφαίες και αδιανόητες για δημοκρατική πολιτεία πράξεις προσβολής των δικαιωμάτων των καταναλωτών – πολιτών και των ενώσεών τους, ως και των ορισμών του Συντάγματος, αποτελούν οι διατάξεις των §§ 27-29 του προς επεξεργασία νομοσχεδίου. Για μια πολιτεία που θέλει να ονομάζεται δημοκρατική οι ρυθμίσεις αυτές θα ήταν πραγματικά εκτός κάθε σφαίρας σκέψης. Με τις διατάξεις αυτές εκδηλώνεται και πάλι με τρόπο χονδροειδή και απολυταρχικό η απόπειρα χειραγώγησης από την εκάστοτε εξουσία των ενώσεων καταναλωτών. Η διάδοση αναληθών πληροφοριών και η παράβαση από αυτή των διατάξεων του παρόντος νόμου αποτελούν την επικαλούμενη από την κρατική εξουσία αιτιολογία της πλήρους απαξίωσης αυτής και της ουσιαστικής στέρησης κάθε δικαιώματος των πολιτών μελών της. Διαγραφές από τα μητρώα, εκπτώσεις διοικητικών συμβουλίων, στέρηση της δυνατότητας συμμετοχής σε όργανα, στέρηση χρηματοδότησης, στέρηση των ουσιαστικών δυνατοτήτων παρέμβασης και λειτουργίας είναι μερικές μόνο από τις κυρώσεις και δυνατότητες που προβλέπουν για τον υπουργό οι διατάξεις αυτές.
To άρθρο 12 του Συντάγματος ορίζει ότι :
1. Οι Ελληνες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας του νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια. 2. Το σωματείο δεν μπορεί να διαλυθεί για παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του, παρά μόνο με δικαστική απόφαση. 3. Οι διατάξεις της προηγούμενη παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και σε ενώσεις προσώπων που δεν συνιστούν σωματείο.
Είναι σαφές ότι η προτεινόμενη ρύθμιση είναι πρόδηλα αντισυνταγματική είτε η ένωση καταναλωτών εννοηθεί ως σωματείο είτε ως ένωση προσώπων μη συνιστώσα σωματείο και ότι η διάταξη αυτή πρέπει να καταψηφιστεί ως αντισυνταγματική.
Η πρόταση αποτελεί ακραία και κατάδηλη προσπάθεια χειραγώγησης του καταναλωτικού κινήματος. Θα πρέπει η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου να αντιληφθεί ότι το καταναλωτικό κίνημα δεν μπορεί να αποτελείται από υποκινούμενα και συμφωνούντες. Σε κανένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν μπορούν να επιβληθούν όσα προβλέπει το σχέδιο. Από την πρόθεση κρίνεται και το επίπεδο μίας κυβέρνησης και μιας Πολιτείας που θέλει να ονομάζεται δημοκρατική. Ως προς την επιχορήγηση επισημαίνουμε ότι αυτή αποτελεί υποχρέωση του κράτους και όχι δικαίωμα του εκάστοτε υπουργού και τίθεται ως αντιστάθμισμα την απαγόρευσης ιδιωτικής χρηματοδότησης, άλλως δια της πλαγίας αυτής οδού της διακοπής της χρηματοδότησης παύει και η δυνατότητα λειτουργίας της τιμωρούμενης ένωσης καταναλωτών. Πλέον τούτου έκαστο θιγόμενο από τυχόν ανακρίβειες πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) έχει άπαντα τα αναφαίρετα συνταγματικά δικαιώματα προσφυγής στην Δικαιοσύνη. Επειδή η πρόθεση της πρότασης είναι σαφής και αντίκειται σε κάθε δεοντολογία, ελευθερία και δημοκρατική συμπεριφορά, θα πρέπει προτού ξεκινήσει η δικαστική και πολιτική διαμάχη η συγκεκριμένη διάταξη να απαλειφθεί πλήρως, το δε Υπουργείο να αντιληφθεί ότι λειτουργεί σε μία έννομη συνταγματική τάξη.

Σημείωση επί των παραγράφων 23 και 24
Οι παράγραφοι 23 και 24 πρέπει να καταργηθούν ως αντικείμενες στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 του συντάγματος.
Σε κάθε περίπτωση διατήρησης της διάταξης των παραγράφων αυτών το σχετικό δικαίωμα πρέπει να έχει μόνο η δικαιοσύνη, διότι :
· Ποιος κρίνει την αναλήθεια των πληροφοριών
· Ποιος αξιολογεί ότι υπάρχει παράβαση
· Ο υπουργός ή άλλο όργανο της διοίκησης δεν μπορεί να έχει τέτοιο δικαίωμα, αλλά η σχετική εξουσία ανήκει εκ του συντάγματος στην Δικαστική εξουσία.
· Η «αγοραία» επιτροπή της παραγρ. 12, με την ισχυρά συμμετοχή εκπροσώπων των «προμηθευτών» ομοίως και για τους αυτούς λόγους δεν μπορεί να έχει τέτοια εξουσία ομοίως Το Ε.Σ.Α.Κ. ως συμβουλευτικό όργανο του εκάστοτε Υπουργού Ανάπτυξης και με πλειοψηφία μελών που εκπροσωπούν φορείς εκτός των Ενώσεων Καταναλωτών δεν μπορεί να έχει γνώμη, διότι εάν η Ένωση Καταναλωτών προσφύγει στη Δικαιοσύνη και δικαιωθεί τότε θα πρέπει να έχει το δικαίωμα της ικανοποίησης για ηθική βλάβη έναντι αυτών που εισηγήθηκαν και έναντι αυτών που επέβαλλαν τις συγκεκριμένες ποινές.
· Οι ενώσεις καταναλωτών δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι, ούτε υπηρεσίες του υπουργείου – διοίκησης, ώστε να μπορεί ο πολιτικός τους προϊστάμενος όχι μόνο να επιβάλει, αλλά ούτε καν να ζητεί την επιβολή κυρώσεων. Οι ενώσεις καταναλωτών είναι σωματεία - ενώσεις πολιτών που έχουν το πλήρες και αναφαίρετο συνταγματικό δικαίωμα να φέρουν και να εκφράζουν τις απόψεις και θέσεις τους, ανεξάρτητα και αδέσμευτα χωρίς να δύναται κανένας εφήμερος διοικητικός άρχων να τις ακυρώνει με αποφάσεις του και να παρεμβαίνει στην έκφραση αυτών και στην αλλαγή της διοίκησης των σωματείων. Εάν κάποιοι νοιώθουν ως αυτοκράτορες, ας αποτανθούν σε άλλα πολιτεύματα.
· Ποιους επιχειρεί να χειραγωγήσει ο υπουργός με την προτεινόμενη διάταξη; τους πολίτες; και ποιος του παρέχει το συνταγματικό δικαίωμα;
· Είναι ευνόητο ότι όποιος εκφράζει άποψη άλλη από αυτή του υπουργού ανακοινώνει αναληθείς πληροφορίες, διότι μόνο ο υπουργός εκφράζει την αλήθεια. Αυτά είναι πρωτόγνωρα στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου, προσβάλλουν το πολίτευμα και την απόλαυση αναφαίρετων ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και πρέπει να τύχουν της αποδοκιμασίας σύσσωμου του υγειώς σκεπτόμενου πολιτικού κόσμου.
· Επισημαίνεται τέλος (και ως δείγμα αντιδημοκρατικής αντίληψης) ότι στην παράγραφο 23 δεν αναφέρεται πουθενά το δικαίωμα ένδικου μέσου κατά των δυσμενών αποφάσεων που επιβάλλονται σε Ένωση Καταναλωτών.
Είναι επιτακτική και αναγκαία, πέρα από κομματικές αγκυλώσεις, η καταψήφιση του άρθρου, διότι εισάγει και πάλι την λογική και πρακτική της απαγόρευσης έκφρασης των απόψεων και των ιδεών που θίγουν την εκάστοτε εξουσία.
Άρθρο 14 (αντικατάσταση παρ. 2 άρθρου 11 Ν 2251/1994)
παρ.4γ. Να συμπληρωθεί η διαδικασία στην περίπτωση υπόδειξης περισσοτέρων εκπροσώπων του ενός, όταν δεν υπάρχει ομοφωνία από τις τοπικές Ε.Κ.

Άρθρο 15 (Ε.Σ.Α.Κ.)
· Πρέπει να ορισθεί ποιοι έχουν δικαίωμα ψήφου από τα μέλη, διότι προέρχονται από διαφορετικούς χώρους και εκπροσωπούν αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα.
· Το ΕΣΑΚ θα ασχολείται μόνο με θέματα ανταγωνισμού και προστασίας καταναλωτή και πως θα προωθούνται αυτά, που από τη σύνθεσή του υπερισχύουν οι εκπρόσωποι των φορέων της Αγοράς και από εκπροσώπους Δημόσιων Φορέων, κ.λ.π.
Παρ. 2. Να συμπληρωθεί: «δώδεκα εκπροσώπους των Ενώσεων Καταναλωτών που προτείνονται από τις δώδεκα μεγαλύτερες πιστοποιημένες Ενώσεις Καταναλωτών».
Ο μεγάλος αριθμός μελών είναι απαγορευτικός της ουσιαστικής λειτουργίας.
Παρ. 3. Πρέπει να αποσαφηνισθεί το γεγονός πόσο περιορίζονται τα δικαιώματα στην ψηφοφορία θεμάτων του ΕΣΑΚ όταν ο εκπρόσωπος των Ενώσεων Καταναλωτών προέρχεται από Ένωση Καταναλωτών δεύτερου ή μεγαλύτερου βαθμού. Οι δώδεκα ψήφοι γίνονται ένας ψήφος.
Παρ. 4 και επομ.
Επιχειρείται η πλήρης χειραγώγηση του οργάνου από την εκάστοτε κυβέρνηση, η οποία είναι κατάδηλη από τα δικαιώματα που παρέχονται στον εκάστοτε υπουργό και τα πολιτικά πρόσωπα που τον περιβάλλουν. Ο ορισμός εκτελεστικής επιτροπής από τον υπουργό αποτελεί κορυφαίο και εύγλωττο παράδειγμα χειραγώγησης του οργάνου.
Σημείωση: Το ΕΣΑΚ, όργανο με 46 μέλη που θα συνεδριάζει 4 φορές το χρόνο για ζωτικά θέματα, όπου εκπρόσωποι των καταναλωτών είναι μειοψηφία, με άγνωστο κανονισμό λειτουργίας του, όπως συνέβη και με το Ν. 2251 / 94 που ουδέποτε κατατέθηκε, όπου τα αναπληρωματικά μέλη είχαν λόγο δεν μπορεί να είναι έρεισμα.
Εδώ επιβάλλεται να θεσπιστεί Εθνικό Συμβούλιο Καταναλωτών αποκλειστικά από τα συλλογικά όργανα των καταναλωτών. Όλα τα άλλα είναι για εντυπωσιασμό και χειραγώγηση των καταναλωτών.

Αρθρο 16 (άρθρο 13 Ν. 2251/1994)
Παρ. 1 Όχι μόνο οι «πιστοποιημένες», αλλά όλες οι οργανώσεις έχουν τα δικαιώματα του νόμου.
Αρθρο 17 (άρθρο 13α Ν. 2251/1994)
Επιχειρείται μία ακόμα προσπάθεια χειραγώγησης των ενώσεων καταναλωτών με την διαβίβαση των καταγγελιών προς χειρισμό στην Γ.Γ. Καταναλωτή. Αυτό μπορεί να προβλέπεται μόνο ως δυνατότητα. Ο πολίτης και οι ενώσεις καταναλωτών έχουν το αναφαίρετο συνταγματικό δικαίωμα απευθείας προσφυγής στην Δικαιοσύνη.
Τα πρόστιμα που επιβάλλονται στην περίπτωση αυτή περιέρχονται κατά ποσοστό 50% στην ένωση καταναλωτών που παρείχε τις υπηρεσίες για την διεκπεραίωση της καταγγελίας, προκειμένου να επιβραβευθεί και ενισχυθεί η δράση της.
Αρθρο 18
Για την εφαρμογή της ελληνικής έννομης τάξης (νομοθεσίας) δεν είναι αναγκαία η στενή σύνδεση με αυτή (όρος νομικά αδόκιμος). Ο όρος «στενή» πρέπει να απαλειφθεί, αρκεί η «σύνδεση με την ελληνική έννομη τάξη», π.χ. εάν ο καταναλωτής είναι Ελληνας πολίτης ή κάτοικος της Ελλάδας, η σύμβαση εκτελείται στην Ελλάδα και ο προμηθευτής είναι κάτοικος ή επιχείρηση με έδρα το εξωτερικό. Σε κάθε περίπτωση ο καταναλωτής πρέπει να έχει το δικαίωμα επιλογής του εφαρμοστέου δικαίου.
Τέλος επισημαίνουμε ότι στο αρχικό προ μηνών παραδοθέν σχέδιο νόμου υφίστατο ολόκληρο κεφάλαιο σχετικά με τα «ινστιτούτα αδυνατίσματος – αισθητικής». Το κεφάλαιο εξαιρέθηκε ολόκληρο, παρότι ήταν αναγκαία η επιβολή ειδικής ρύθμισης (οι επιχειρήσεις έχουν καταγγείλει από αρκετό χρόνο τον «κώδικα δεοντολογίας») δεδομένου ότι κάθε χρόνο κατέχουν τις κορυφαίες θέσεις στην διατύπωση παραπόνων προς τις ενώσεις καταναλωτών. Η ρύθμιση φρονούμε ότι είναι αναγκαία και δη μέσω της Βουλής των Ελλήνων.