Saturday, January 19, 2008

Δίρφη, ένα υπέροχο βουνό στην Κεντρική Εύβοια (1743μ)

Καταχείμωνο, 12 και 13 Γενάρη

Με εμπιστοσύνη στη συντροφικότητα και την παρέα, είπαμε να ικανοποιήσουμε τις ορειβατικές μας ανάγκες αυτή τη φορά στο υπέροχο βουνό της Εύβοιας, την Δίρφη
Η μικρή μας παρέα έφθασε αργά το απόγευμα του Σαββάτου στο καταφύγιο, αφού ακολουθήσαμε μια δαιδαλώδη διαδρομή, από λάθος μάλλον επιλογή μετά τη Χαλκίδα. Χωριά, χωράφια, χωράφια και χωριά. Περάσαμε τη Στενή, το τελευταίο χωριό σε υψόμετρο 450 μέτρων κάτω από την κορυφή και πριν το καταφύγιο. Ένα χωριό μέσα στη ρεματιά με πολλά νερά και πλατάνια. Στενή και στενότητα δρόμου, παρκαρίσματος, κυκλοφορίας των πεζών και των οχημάτων.
Οι πρώτες διαπιστώσεις για την περιοχή. Δάσος πλούσιο, μικτό, με καστανιές, πεύκα, έλατα, βελανιδιές, πλατάνια, οξιές σε βασική σύνθεση, και πουρνάρια, σχίνα, χαμηλότερα, αλλά και άπειρα τα βότανα. Χρώματα γήινα, απαλά, το καφέ–κίτρινο σε όλες τις αποχρώσεις, το βαθύ πράσινο, το γκρίζο και ψηλά το λευκό του χιονιού. Δρόμοι, παντού δρόμοι, το λάθος της απληστίας μας και της άνευ όρων πίστης στο αυτοκίνητο. Ο ύμνος του νεοέλληνα, «πιστεύω εις έναν θεόν, το αυτοκίνητο, jeep κατά το πλείστον, 4Χ4»

ΤΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ
Ένα σύγχρονο καταφύγιο πρόσφατα ανακαινισμένο, με 40 περίπου κρεβάτια σε υψόμετρο 1120 μέτρα. Φαγητό μακαρόνια με κιμά και φασουλάδα, ό,τι πρέπει για την ανάβαση της επόμενης μέρας. Φέραμε κρασί κόκκινο από την Ευρυτανία, σπιτικό, με τη γεύση του φράουλου, χωρίς πολλές απαιτήσεις να καταγραφεί ως το καλύτερο. Αλλωστε αυτό δεν το επιτρέπει το πλαστικό της προσωρινής συσκευασίας και το κουβάλημα. Ανεβασμένες οι διαθέσεις της παρέας δίπλα στο αναμμένο τζάκι, το μάτι να παίζει στις φιγούρες και τα κάδρα στον τοίχο, στις ανθρώπινες φιγούρες, που περνάνε και έρχονται, νεανικές ως επί το πλείστον.
Ο ομαδικός ύπνος στο καταφύγιο ποτέ δεν με ενέπνευσε. Είκοσι άτομα στον ίδιο θάλαμο, ούτε στο στρατό. Πολλές φορές αναζήτησα τη μακαριότητα για να ελευθερωθώ, αλλά δεν…Τα ζόρικα του ύπνου δεν ξεπερνιούνται. Με αποτέλεσμα το καρούμπαλο στο κεφάλι από τις απρόσεκτες νυχτερινές κινήσεις του δευτέρου ορόφου. Αρχηγέ δεν με ασφάλισες. Αν πάθαινα τίποτα, ποιος θα με πλήρωνε;;
Έξι το πρωί και η αυλαία ανοίγει με το θεατρικό δρώμενο να ξετυλίγει τις πρώτες σκηνές στα τριώροφα κρεβάτια του θαλάμου μας. Ανάμεσα στο μισοσκόταδο και στα ροχαλητά, κινητά να χτυπάνε εγερτήριο, σιγανές φωνές, προσεκτικές κινήσεις, ακόμα και άτσαλοι θόρυβοι. Μισοξυπνητές κουβέντες, άγουρες, στα άγρια χαράματα.
Εφτά παρά τέταρτο αναχώρησε η πρώτη εκπαιδευτική ομάδα της Σχολής του Βριλησιακού Μαζί τους δοκίμασα την έξοδο. Πρωί της Κυριακής, ώρα εφτά, καταγραμμένη στην φωτογραφική μηχανή, η ανατολή να ζεσταίνει με τα θαμπά της χρώματα τον ορίζοντα πάνω από το Ξηροβούνι. Μια ανείπωτη ομορφιά. Από τις στιγμές που πραγματικά σε ανεβάζουν.

ΚΥΝΗΓΙ
Δεν μπορώ να μην το σημειώσω, περισσότερο γιατί μου χάλασαν τη διάθεση και την ομορφιά της στιγμής. Ναι, οι κυνηγοί, χαμηλότερα στα πεδινά, πρωί πρωί με το γλυκοχάραμα. Σε κάθε δευτερόλεπτο πέντε τουλάχιστον τουφεκιές, απογοητεύτηκα μετρώντας. Μόλις τα πουλιά ξυπνούν, δεν προλαβαίνουν να πετάξουν για την πρώτη τους πρωινή τροφή. Ξέρεις τι είναι, μόλις ξυπνάς, να σε παραμονεύει ο χάρος;; πριν δεις το πρώτο φως; Να λες, ποτέ να μην ξυπνήσω; Δεν θα ’πρεπε αλήθεια να απαγορευτεί το κυνήγι τουλάχιστον τις πρωινές αυτές ώρες, που πάνε ν’ ανοίξουν τα φτερά τους, και τις βραδυνές ώρες, όταν πάνε να κουρνιάσουν, να ξεκουραστούν βρε παιδί μου; Το δικαίωμα στη ζωή, τα δικαιώματα των πουλιών, πρέπει να γίνει νόμος του κράτους! Δημόσια διαπόμπευση τους χρειάζεται. Σας παρακαλώ βγάλτε τους την κουκούλα, τους εκτελεστές, τους δολοφόνους, τους χωρίς ίχνος συναισθήματα. Βγάλτε τους “γυμνούς” στις εφημερίδες και τα κανάλια. Γιατί μας αφορά και μας η πανίδα αυτού του τόπου. Έχουμε δικαίωμα!

Η ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
Αγανακτισμένος -δήθεν- για την καθυστέρηση φεύγεις μπροστά, στο ρόλο του αρχηγού, οκτώ και μισή ακριβώς. Αμήχανα ακολουθούμε μέσα στην πρωινή γιορτή του βουνού, ανεβάζουμε τη διάθεση με τη συζήτηση, φλύαρα και ατάκτως ειρημένα λόγια, καταληψίες του μονοπατιού με έκδηλες τις διαθέσεις και τις φοβίες. Το μάτι φεύγει στους εικαστικούς παράδεισους της φύσης. Εικόνες και νοήματα, πέρα από κάθε τι καθημερινό. Αμέτρητα μικρά και μεγάλα κάδρα γεννούν συναισθήματα και ιδέες, σκέψεις και καταστάσεις. Και μετά η σιωπή. Ο καθένας στη μοναξιά του. Ανεβαίνεις κουβαλώντας τη σκιά σου. Την κούρασή σου. Το “φούσκωμά” σου. Το σακίδιό σου, που όλο και βαραίνει, λες και τα ρούχα, το νερό, το λίγο φαγητό αυξάνουν τον όγκο και το βάρος, ανατρέποντας το νόμο της βαρύτητας. Μπορεί να τα βαραίνει κι ο χρόνος. Ακόμα κι εδώ ο χρόνος μετράει αλλιώς!
Να γείρω παράμερα να περάσεις, βιαστικός, που δείχνεις ότι “μπορείς”. Περνάς και καμαρώνεις. “Μπράβο μου”, λες από μέσα σου. Λες δεν το ακούω; Όλοι ίδιοι είμαστε στο βουνό…
Απότομη ανάβαση. Περπατάμε στο γυμνό της κόψης, πολλές πέτρες, πού και πού το παγωμένο χιόνι. Βγαίνουμε ψηλά, πάνω από τη μέση της διαδρομής και το χιόνι αρχίζει. Ακούγονται οι πρώτες διαμαρτυρίες και οι φόβοι πολλαπλασιάζονται. Δεν θα φορέσουμε κραμπόν;
Χαιρόσουνα τις ανταύγειες στο παγωμένο χιόνι, τα κρύσταλλα, τα γεωμετρικά σχήματα των παγωμένων κόκκων. Τρυφερά τα αγκάλιαζες με το μάτι, προσπαθούσες να αποφύγεις να τα πατήσεις, μην τα χαλάσεις. Άραγε αυτά δεν έχουν ψυχή; Ποιος θα μας το πει;

ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ
Οι κρατήρες στην κορυφή και η μυρωδιά θειαφιού στις πέτρες, δηλώνει ότι το βουνό είναι ηφαιστιογενές. Έτσι λένε ξεκίνησαν όλα. Έπειτα ήρθαν οι αγέρηδες και οι γδαρτές βροχές, τα χιόνια και οι παγωνιές, οι καυτές καλοκαιρινές μέρες. Τελευταίοι ήρθαν οι άνθρωποι, που τ’ αχνάρια τους είναι πολύ ορατά πια από μακριά. Οι αμαξιτοί δρόμοι πλησιάζουν στο διάσελο, περίπου στα 1200 μέτρα υψόμετρο. Τα έργα της μπουλντόζας παντού…
Τουρτουρίζεις σα γύφτος στον σιγανό κρύο αεράκι της κορυφής. Αδιαφορείς ή κάνεις πως αδιαφορείς, γιατί θέλεις να απολαύσεις. Υποκρίνεσαι πως δεν τρέχει τίποτα, αλλά θέλει πολύ υπομονή. Όλα γύρω σε αποζημιώνουν. Κράτα γερά στη μνήμη σου αυτές τις εικόνες. Ο Παρνασσός και ο Ελικώνας, η Πάρνηθα και η Πεντέλη, ο Ευβοικός και πέρα ανατολικά το Αιγαίο. Είσαι ψηλά για τα δεδομένα της περιοχής.
Δίπλα μας τα παιδιά της σχολής να κάνουν το μάθημα στο παγωμένο χιόνι. Κραμπόν και πιολέ. Σε πλήρη εξάρτηση. Να πέσουν τα κορμιά. Να δουλέψουν τα πιολέ. Να ανεβούν οι αδρεναλίνες. Να ακουστούν τα επιφωνήματα και τα μπράβο. Γύρνα, φρένο, σταμάτα, μπράβο! Τα κατάφερες. Καλή τύχη. Αλλά να μη σου τύχει εκείνη η ώρα. Πόσοι από μας θα έχουν τη δυνατότητα να αντιδράσουν ψύχραιμα και αστραπιαία στις οδηγίες των δασκάλων…
Είμαστε όλοι ορειβάτες; Θα ήταν λάθος να μην επανεξετάζουμε το θέμα κάθε στιγμή. Η ορειβασία δεν γεννήθηκε χθες, ιστορείται από αιώνες και οφείλουμε να ακολουθούμε τις αρχές της. Τα ασφαλή, επίσημα, μονοπάτια της Δίρφυς, του κάθε βουνού, μας περιμένουν. Εμπνευσμένα, ιδανικά τοπία, τίποτα πιο ακίνδυνα, γι’ αυτούς που ακολουθούνε τις αρχές.
Δύσκολη η απότομη κατάβαση για όσους δεν εννοούν να καταλάβουν ότι κατεβαίνουμε “χορεύοντας” ανάλαφρα με μικρά βήματα και τα μάτια παντού. Προσέχουμε τους απότομους κραδασμούς να μη χαλάσουμε τα αμορτισέρ και ποτέ δεν εκθέτουμε τα γόνατά μας στους βράχους! Μπορεί να τα πληγώσουμε…ή να χαλάσουμε τους βράχους. Συνήθως συμβαίνει το πρώτο.

ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ
Στενή – Στρόπωνες – Μετόχι. Δέκα φορές το είπες. Πάμε Χιλιαδού; Παραλία Χιλιαδούς 18 χιλιόμετρα από τη διασταύρωση. Πολλά τα τροχόσπιτα. Πολλά και τα ίχνη της ανθρώπινης πλεονεξίας – η μπουλντόζα. Απλωτή παραλία με άμμο και βότσαλα κάθε μεγέθους. Σπηλιές, άγρια βλάστηση και η ποταμιά που κατεβάζει τα πλατάνια ως την άκρη της θάλασσας Στο τέλος της βόρειας πλευράς της παραλίας, η παραλία των γυμνιστών. Τα βράχια ριγμένα στη θάλασσα. Σχήματα και φαντασία στον ορίζοντα Ο απέραντος κόσμος του νερού, ήρεμη η θάλασσα της φαντασίας. Ο ορίζοντας των ανθρώπινων αδυναμιών. Εδώ θα ξανά ’ρθουμε.

Στέφανος Σταμέλλος